Φοινικαιγύπτιος

Φοινικαιγύπτιος
ὁ, Α
μιγάς αιγυπτιακής και φοινικικής καταγωγής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Φοῖνιξ, -οίνικος + Αἰγύπτιος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”